- θεοπροπια
- θεοπροπίαθεο-προπίαион. θεοπροπίη ἥ прорицание, пророчество или веление божества Hom.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
θεοπροπία — θεοπροπίᾱ , θεοπροπία prophecy fem nom/voc/acc dual θεοπροπίᾱ , θεοπροπία prophecy fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοπροπία — θεοπροπία, ἡ (Α) [θεοπρόπος] η προφητεία … Dictionary of Greek
θεοπρόπια — θεοπρόπιον neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοπροπίας — θεοπροπίᾱς , θεοπροπία prophecy fem acc pl θεοπροπίᾱς , θεοπροπία prophecy fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοπροπίαν — θεοπροπίᾱν , θεοπροπία prophecy fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοπροπιῶν — θεοπροπία prophecy fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοπροπίαις — θεοπροπία prophecy fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοπροπίην — θεοπροπία prophecy fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοπροπίης — θεοπροπία prophecy fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοπροπίῃς — θεοπροπία prophecy fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοπροπίῃσι — θεοπροπία prophecy fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)